Γλαύκωμα και εκφύλιση ωχράς κηλίδας «απειλούν» την όραση των Ελλήνων


Αθήνα
Παγκόσμια Ημέρα Όρασης (κατά της τύφλωσης) η 11η Οκτωβρίου και χιλιάδες ασθενείς χάνουν την όρασή τους κάθε χρόνο στη χώρα μας εξαιτίας των παθήσεων της ωχράς κηλίδας και του γλαυκώματος -με αύξηση των κρουσμάτων ηλικιακής εκφύλισης της ωχράς κηλίδας λόγω γήρανσης του πληθυσμού. 

Η έγκαιρη διάγνωση και έναρξη της θεραπείας αποτελεί το «κλειδί» για την αντιμετώπιση των παθήσεων της ωχράς κηλίδας και του γλαυκώματος, επισημαίνει η Ελληνική Οφθαλμολογική Εταιρεία δια του προέδρου τηςΔημήτρη Παπακωνσταντίνου, καθηγητή του Πανεπιστημίου Αθηνών. Ο κ.Παπακωνσταντίνου σημειώνει δε ότι, τελευταία οι Έλληνες πάσχοντες συναντούν σοβαρά εμπόδια τόσο στη διάγνωση όσο και στην πρόσβαση στη θεραπεία της ωχράς κηλίδας.

Τους τελευταίους μήνες οι ασθενείς με παθήσεις της ωχράς κηλίδας αντιμετωπίζουν δυσκολίες ως προς τη διάγνωση και θεραπεία λόγω της αδυναμίας των ασφαλιστικών φορέων να καλύψουν το κόστος των διαγνωστικών εξετάσεων. Επιβαρυντικές είναι εξάλλου και οι χρονοβόρες γραφειοκρατικές διαδικασίες ελέγχου του ιατρικού φακέλου του ασθενή. Αυτό έχει ως αποτέλεσμα την υπονόμευση του θεραπευτικού αποτελέσματος και τελικά τηνν τύφλωση όλο και περισσότερων πασχόντων.

Όπως προαναφέρθηκε, η ηλικιακή εκφύλιση της ωχράς κηλίδας (οπτική διαταραχή που σταδιακά και αναπόφευκτα οδηγεί στην απώλεια της κεντρικής όρασης, υπεύθυνη για την αναγνώριση προσώπων, την ανάγνωση, την οδήγηση και άλλες καθημερινές δραστηριότητες) ειναι τρίτη σοβαρότερη αιτία τύφλωσης και έως το 2020 αναμένεται να διπλασιαστεί ο αριθμός των πασχόντων, εξαιτίας της δημογραφικής γήρανσης του πληθυσμού. Σύμφωνα με διαθέσιμα στοιχεία 39 εκατομμύρια άτομα παγκοσμίως έχουν χάσει την όρασή τους εξαιτίας των παθήσεων της ωχράς κηλίδας και άλλα 245 εκατ. έχουν εξαιρετικά χαμηλή όραση. Αξίζει να σημειωθεί ότι στο 80% των περιπτώσεων η πάθηση θα μπορούσε να αντιμετωπιστεί με έγκαιρη διάγνωση.

Στην Ελλάδα και τις άλλες ανεπτυγμένες χώρες, σχεδόν το 70% των ασθενών που έχει υποστεί σοβαρή απώλεια όρασης, πάσχει από παθήσεις της ωχράς κηλίδας. Κυριότερες είναι: η ηλικιακή εκφύλιση της ωχράς κηλίδας (σε άτομα άνω των 60 ετών), το διαβητικό οίδημα της ωχράς κηλίδας (σε άτομα εργασιακής ηλικίας που πάσχουν από σακχαρώδη διαβήτη) και το οίδημα που οφείλεται σε θρόμβωση φλέβας αμφιβληστροειδούς (συχνή αιτία αγγειακής τύφλωσης των ενηλίκων).

Το γλαύκωμα, αποτελεί επίσης παράγοντα μεγάλης ανησυχίας για τη δημόσια υγεία, αφού σύμφωνα με στοιχεία του Παγκόσμιου Οργανισμού Υγείας, το 2002, 4,5 εκατ. άτομα ήταν τυφλά λόγω γλαυκώματος. Αν και η πάθηση ειναι συχνή σε όλες τις ηλικιακές ομάδες, αφορά περισσότερο τους ηλικιωμένους. Η αύξηση του μέσου όρου ζωής κάνει τους επιστήμονες να εκτιμούν ότι το 2020, 79,6 εκατ. άνθρωποι παγκοσμίως θα πάσχουν από γλαύκωμα, και εξ αυτώ τα 11,2 εκατ. θα είναι τυφλοί. 

Είναι αξιοσημείωτο ότι λόγω της σιωπηλής εξέλιξης της πάθησης, τουλάχιστον στα αρχικά στάδια, έως κα το 50% των πασχόντων στις ανεπτυγμένες χώρες δεν γνωρίζει ότι πάσχει από γλαύκωμα και άρα δεν υποβάλλεται σε θεραπεία.

Στην Ελλάδα, από γλαύκωμα πάσχει το 2% του πληθυσμού αλλά το ποσοστό αυξάνει διαρκώς με την πάροδο της ηλικίας. Περίπου 200.000 με 250.000 άτομα πάσχουν από γλαύκωμα, χωρίς ωστόσο να είναι όλοι διεγνωσμένοι.

Εξάλλου, πρόσφατη μελέτη σε δείγμα 917 ατόμων, έδειξε ότι ένας στους πέντε Έλληνες δεν έχει επισκεφθεί ποτέ στη ζωή του οφθαλμίατρο, ενώ δύο στους πέντε δεν έχουν ποτέ υποβληθεί σε μέτρηση της ενδοφθάλμιας πίεσής τους. Τέλος, στα άτομα άνω των 55 ετών που είναι συχνότερο το γλαύκωμα, μόνο το 51% επισκέπτεται τακτικά οφθαλμίατρο.

Νέα θεραπευτικά μέσα για τις παθήσεις της ωχράς κηλίδας
Στην θεραπευτική αντιμετώπιση των παθήσεων της ωχράς κηλίδας, από το 2006 με έγκριση του ΕΟΦ, είναι διαθέσιμη στην Ελλάδα η ρανιμπιζουμάμπη, ένας παράγοντας που αναστέλλει την νεο-αγγείωση και την αγγειακή διαπερατότητα (anti-VEGF). Η δραστική ουσία που έχει καλή σχέση κόστους-οφέλους, δίνει καλύτερα αποτελέσματα σε σχέση με παλαιότερες θεραπείες, όπως το θερμικό λέιζερ, και στις τρεις παθήσεις της ωχράς κηλίδας που απειλούν την όραση.

Στο πρόσφατο ευρωπαϊκό συνέδριο EURETINA, αποτελέσματα κλινικών δοκιμών χρησης της ρανιμπιζουμάμπης έδειξαν ότι η θεραπεία βελτιώνει ή διατηρεί την όραση του 90% των ασθενών. Ενδιαφέρον προκάλεσε και η παρουσίαση επιδημιολογικής μελέτης που έγινε στην Δανία, σύμφωνα με την οποία από το 2007 που ξεκίνησε η χρήση της ρανιμπιζουμάμπης σε ασθενείς, το ποσοστό τυφλότητας στην χώρα μειώθηκε κατά 50%.

Η ρανιμπιζουμάμπη, που καλύπτεται από τα ασφαλιστικά ταμεία και χορηγείται ενδοϋαλοειδικώς (έγχυση κατόπιν τοπικής αναισθησίας) αρχικά χορηγείται σε μηνιαία βάση και σε συνάρτηση πάντα με την πρόοδο του ασθενή. Στην Ελλάδα, σε 7.000 ασθενείς που κάνουν θεραπεία με ρανιμπιζουμάμπη τουλάχιστον τρία χρόνια, έχει ήδη διαπιστωθεί βελτίωση της όρασης έως και κατά 35%. 
health.in.gr